Πέμπτη 31 Μαρτίου 2016

Η Ιστορία του νερού στην Λαμία (για αν αποκατασταθούν οι ανακρίβειες των παιδιών στο προηγούμενο άρθρο)

 Η ύδρευση  για την Λαμία υπήρξε ανέκαθεν ένα μεγάλο πρόβλημα. Όχι μονάχα γιατί το νερό της ήτανε λιγοστό μα και γιατί προξενούσε ένα σωρό αρρώστιες.
   Μέχρι τα 1929, που επιτέλους απόχτησε και αρκετό  και υγιεινό νερό, η ύδρευση γινότανε από πήγες, πηγάδια και στέρνες.Η περιοχή  που βρίσκεται ανάμεσα στη συνοικία των Γαλανέικων και λίγο πιο πάνω απ’ το Δημοτικό Θέατρο, λεγόταν  Πηγαδούλια.


Σύνθεση του ζωγράφου Κορναράκη στα 1959 με θέμα την ύδρευση της πόλης.Στο κέντρο η βρύση του Αγίου Λουκά

 Όνομα που της δόθηκε απ’ τις πολλές πηγές και τα πηγάδια της. Απ’ εδώ έπαιρναν νερό όλοι οι κάτοικοι της βορινής πλευράς της πόλης και με τούτο το νερό πότιζαν τους λαχανόκηπους που  αφθονούσαν  εκείνα  τα χρόνια.
   Στην αρχή των Πηγαδουλίων, απέναντι απ’ το φούρνο του Μούρτζου που ξεκίνησε τη λειτουργία του στα 1910, βρισκόταν η γραφική βρύση του Αχμέτ Αγά με το άφθονο και πηγαίο της νερό.Κράτησε  μέχρι τώρα, στα τελευταία χρόνια, όπου η δικιά  μας αφροντισιά και το “το σύνδρομο του τσιμέντου” την κατάστρεψαν. Τη στερέψανε.Οι κάτοικοι της συνοικίας των Αγίων Θεοδώρων παίρνανε νερό απ’ την πηγή  που  ’ταν κοντά στην  εκκλησία τ’ Αη –Γιώργη. 
   Στον Αγιο Λουκά υπήρχε πηγαίο νερό που τροφοδοτούσε τους κατοίκους της περιοχής. Στα 1856 ο δήμαρχος Κυριάκος  Τασσίκας  το μάζεψε σε μια όμορφη μαρμαροπελεκητή βρυσούλα.Στο κέντρο της πόλης, δίπλα στης Πλατεία Λαού, πίσω απ’ το Μητροπολιτικό Ναό, υπήρχε πολύ και γάργαρο νερό.

Οι Εφτά Βρύσες
Στα 1877 ο δήμαρχος Τράκας Κομνάς (1874-1881), με δαπάνη του Δήμου, έφτιαξε στο σημείο αυτό τις περίφημες εφτά βρύσες. Εφτά μαρμάρινες βρύσες απ’ όπου το νερό έτρεχε ποτάμι. Εδώ έρχονταν οι τριγύρω μαγαζάτορες να πλύνουν τις πατσιές και τα ποδαράκια. Εδώ κατάφθαναν οι κυράδες, οι νοικοκυρές και τα δουλικά για να γεμίσουν την στάμνα. Εδώ οι χανιάρήδες για να  ποτίσουν τα ζώα των αγωγιατών.
     Μα σαν η πόλη άρχισε να μεγαλώνει, το νερό που αναφέραμε πιο πάνω –των πηγαδιών και των πηγών– δεν επαρκούσε. Για τούτο η Δημοτική Αρχή αναζήτησε καινούργιες πηγές ύδρευσης. Η λύση βρέθηκε επί  δημαρχίας του Νίκου Κρίτσα (1899-1903), όταν χτίστηκε το υδραγωγείο στη περιοχή της “Ταράτσας”, απ’ όπου τροφοδοτήθηκαν σχεδόν όλοι οι τότε κάτοικοι. 
   Αργότερα και επί δημαρχίας του Σπύρου Τράκα (1904-1913), το δίκτυο του υδραγωγείου της Ταράτσας βελτιώθηκε, αφού αντικαταστάθηκαν οι αρχικές  σωλήνες με σιδερένιες .Στο 1929 η Λαμία “πλημμύρισε” από νερό. Ήτανε το νερό του Γοργοποτάμου που ’ρθε επί δημαρχίας του Γιάννη του Μακρόπουλου (1925-1929). Ήτανε δε τούτο τόσο μεγάλο γεγονός, που όλοι οι Λαμιώτες μαζεύτηκαν στην πλατειά να το δουν να τρέχει! 


















Το πιο πολυσύχναστο και πολύβουο κομμάτι της πόλης : οι Εφτά Βρύσες...
    Στη συνέχεια, ο δήμαρχος Γιώργος Πλατής (1929-1934) μεγάλωσε το δίκτυο που ’φτασε μέχρι και τις συνοικίες ακόμα και έφτιαξε και σαράντα δημοτικές, συνοικιακές  βρύσες. 
    Στα 1937 ο δήμαρχος Νίκος Δουδουμόπουλος θα βάλει τα πρώτα υδρόμετρα αντικαθιστώντας έτσι το σύστημα του “φόρου επί των βρύσεων”, που λειτουργούσαν απ’ τα 1837, σύμφωνα με τον οποίο κάθε κάτοικος είτε έπαιρνε νερό από δημόσια είτε από ιδιωτική βρύση έπρεπε να πληρώνει φόρο. Σύστημα άδικο και δύσκολο και γι’ αυτό σχεδόν κανένας δεν πλήρωνε. 
   Σταθμός μεγάλος στάθηκε το έτος 1972, που επί δημαρχίας του Νίκου Μουντούρη κατασκευάσθηκε νέα, μεγάλη δεξαμενή στο λόφο του Αγίου Λουκά. Καινούργια έργα υδροληψίας στο Γοργοπόταμο, τρεις γεωτρήσεις, νέοι συλλεκτήρες νερού στις πηγές του ποταμού και  αντικατάσταση των σωλήνων ύδρευσης.
    Στα πλαίσια του ιστορικού της ύδρευσης της ΛΑΜΙΑΣ, παραθέσαμε απόσπασμα της αναφοράς που κάνει ο Νικ. Ταξ. Δαβανέλλος στο βιβλίο του "ΛΑΜΙΑ ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΜΙΑΣ ΠΟΛΗΣ"  έκδοση 1994.

Εκδρομή στον Ξηριά

 ΕΚΔΡΟΜΗ ΣΤΟΝ ΞΗΡΙΑ:

Ξεκινώντας τον προγραμματισμένο μας περίπατο στον Ξηριά, για να φτάσουμε στον τελικό μας προορισμό περάσαμε φυσικά εκτός από τοπία με φυσικές ομορφιές και από μέρη που είχε βάλει το χέρι του ο άνθρωπος! 
Πρώτη μας στάση ήταν το παλιό γεφύρι. 


Όπως είδαμε το γεφύρι αυτό έχει γύρω του σταλακτίτες και σταλαγμίτες και καθώς μάθαμε παλαιότερα υπήρχε εκεί και ένας καταρράκτης. Η δομή του είναι απλή και λιτή χωρίς όμως να στερείται ομορφιάς και είναι πέτρινο με μια μεγάλη καμάρα. Επίσης έχει μία σωλήνα-αγωγό η οποία εξυπηρετούσε σκοπούς ύδρευσης και περνούσε νερό από το υδραγωγείο μέχρι την Λαμία. Το γεφύρι αυτό δεν χρησιμοποιείται πια από το 1929. 

Δεύτερη μας στάση ήταν το παλιό υδραγωγείο. Το υδραγωγείο αυτό χτίστηκε το 1894 λειτούργησε από το 1899 και σταμάτησε τελικά ,όπως και το γεφύρι, να χρησιμοποιείται το 1929  και από τότε γίνεται παροχή νερού από τον Γοργοπόταμο. Οι εγκαταστάσεις του υδραγωγείου απαρτίζονται από ένα πέτρινο, ορθογώνιο κτήριο και ένα αγωγό ο οποίος όμως έχει χρόνια να χρησιμοποιηθεί και είναι πια φθαρμένος και σκεπασμένος με βρύα και λειχήνες.

   Εκεί αντικρίσαμε το ποτάμι, το οποίο παλιά ήταν πιο βαθύ με ανεβασμένη την στάθμη του νερού.   Διαπιστώσαμε ότι το νερό είναι λιγοστό θολό και πολύ ρηχό. Μετά από λίγα μέτρα το νερό γίνεται πιο ορμητικό και βαθύ. Έτσι σε εκείνο το σημείο μας ήταν δύσκολο να περάσουμε απέναντι. Με τη βοήθεια των βράχων τα καταφέραμε, παρόλο που γλιστρούσαμε και το έδαφος υποχωρούσε. Στη διαδρομή παρατηρήσαμε σταλαγμίτες και σταλακτίτες, πράγμα που φανερώνει ότι από τα σημεία εκείνα παλιά περνούσε νερό.  
Τέλος, την προσοχή μας τράβηξε ο καταρράκτης που συναντήσαμε στο τέλος της διαδρομής, που μας έκανε να χαλαρώσουμε για λίγα λεπτά!
             
     Τα φυτά που συναντήσαμε είναι τα εξής:



Σπάρτα
Το σπάρτο είναι αγγειόσπερμο, δικοτυλήδονο φυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη των Κυαμωδών και στην οικογένεια των Χεδρωπών ή Κυαμοειδών.Είναι θάμνος με καταγωγή από την περιοχή
της Μεσογείου και φθάνει σε ύψος τα δύο μέτρα. Έχει μακριούς, λεπτούς, μυτερούς στην άκρη βλαστούς που είναι σχεδόν γυμνοί, χωρίς φύλλα. Τα άνθη του είναι κίτρινου χρώματος, αρωματικά και σχηματίζουν βότρυες.Ο καρπός του, όταν ωριμάσει, σκορπίζει τους σπόρους.
Τα σπάρτα καλλιεργούνται επίσης ως καλλωπιστικά και τοποθετούνται κατά μήκος των δρόμων αλλά και, λόγω του δυνατού ριζικού συστήματος τους, για την συγκράτηση των διαβρωμένων εδαφών. Οι βλαστοί τους χρησιμοποιούνται στην κατασκευή καλαθιών και ψάθινων καπέλων.








·         

Γκορτσιά ή Αγριοαχλαδιά

Περιγραφή:  Φυλλοβόλο, αγκαθωτό δέντρο, που φτάνει τα 6 μέτρα ύψος. Τα φύλλα
είναι πράσινα επάνω και γαλαζωπά κάτω. Τα άνθη είναι λευκά. Αναπτύσσεται σε ηλιόλουστες θέσεις
και όχι πολύ υγρά, καλά στραγγιζόμενα εδάφη.

Σχίνος (Pistacia Ientiscus) 
Είναι θάμνος ή δενδρύλλιο αειθαλές, ύψους 1-5 μ. Τα φύλλα του είναι σύνθετα και αποτελούνται από 4-10 ωοειδή ή ελλειψοειδή φυλλάρια στιλπνά και πρασινοκίτρινα. Τα άνθη φέρονται στις μασχάλες των φύλλων υπό μορφή σταφύλης κατά την άνοιξη.

Από το σχίνο λαμβάνεταιφαρμακευτική ρητνη, η οποία σε μερικές περιοχές είναι αρωματική και χρησιμοποιείται στη ζαχαροπλαστική και προς μάσηση (μαστίχα Χίου).

·    
 Πλάτανος 
 Πρόκειται για μεγάλα δέντρα, με ύψος που κυμαίνεται από 30 έως 50 μέτρα, φυλλοβόλα και συναντώνται στις όχθες ποταμών και γενικά σε υγροτόπους, μπορούν όμως να επιβιώσουν και στην ξηρασία




Θυμάρι:

Το θυμάρι ή θύμιο είναι αγγειόσπερμο, δικότυλο φυτό, το οποίο ανήκει στην τάξη των Σωληνανθών και στην οικογένεια των Χειλανθών  Είναι θάμνος μικρού ύψους (έως 30 εκατοστά), με όρθιους βλαστούς, εξαιρετικά ανθεκτικός, αναδύει πολύ ευχάριστο άρωμα.  Τα φύλλα του θυμαριού, όταν ξεραθούν,αποκτούν καφεπράσινο χρώμα και αναδύουν το άρωμα τους όταν θρυμματιστούν. Η γεύση
τους είναι πολύ δυνατή, ελαφρώς καυστική και πλούσια. 


Το Taraxacum officinalis η αλλιώς πικραλίδα είναι κοινό χόρτο στην Ελλάδα ιδίως στα λιβάδια. Είναι πολυετής πώα με φύλλα μακρυά και οδοντωτά και κίτρινα άνθη. Φτάνει σε ύψος μέχρι 30cm.
Έχει μεγάλη αξία φαρμακευτική και είναι Ελληνικό φυτό.

Η φιστικιά (επιστ. Πιστακία) είναι δίοικο φυλλοβόλο δέντρο του γένους Πιστακία. Η καταγωγή της είναι από το Ιράν και σήμερα καλλιεργείται ευρύτατα από την Ασία μέχρι τις Μεσογειακές χώρες και την Αμερική για τον καρπό της, το φιστίκι. Το ύψος  του δέντρου φτάνει τα 10 μέτρα με πλούσια
διακλάδωση με κλαδιά που έχουν χρώμα σταχτί. Τα φύλλα του είναι δερματώδη και σύνθετα. Οι ταξιανθίες της φιστικιάς σχηματίζουν τσαμπιά από μικρά άνθη.



Κισσός:
Ο κισσός είναι γένος φυτών της οικογένειας Αραλιίδες και ανήκει στην τάξη των σκιαδανθών . Το
γνωστότερο στην Ελλάδα είναι το καλλιεργούμενο αλλά και αυτοφυές είδος Κισσός η έλιξ κοινά κισσός. Είναι αειθαλής θάμνος, μακρόβιος, αναρριχώμενος ή έρπων και σπάνια δενδρύλλιο. Τα φύλλα του είναι τοποθετημένα εναλλάξ, με μακρύ μίσχο, ωοειδή, τριγωνικά, ρομβοειδή και καρδιόσχημα. Ο αναρριχώμενος κισσός δημιουργεί μικρές εναέριες ρίζες (τις λεγόμενες απτικές ρίζες) , που συντελούν στη συγκράτηση του φυτού κατά την αναρρίχηση σε διάφορα
υποστηρίγματα.


Πριν γυρίσουμε στον πολιτισμό κάναμε τα καθιερωμένα μας βιωματικά παιχνίδια και αφουγκραστήκαμε τους ήχους του νερού και του δάσους.